Στέλιος Γιαννίκος
Πόση ευτυχία νιώθουμε την Κυριακή της αναστάσεως, τρώγοντας, πίνοντας και αφήνοντας όλες τις αμαρτίες μας στην πλάτη του Ενός.
Αν ήμασταν λίγο Χριστιανοί ή μόνο λίγο ανθρωπιστές, θα ντρεπόμασταν.
«Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριταί» που συντηρείτε τους λόφους του πόνου. Οι ανηφόρες των Γολγοθάδων∙ το βάσανο της πορείας∙ για εκείνους τους ανθρώπους που τόλμησαν να μιλήσουν για την αλήθεια αυτού του κόσμου∙ για εκείνους που γεννήθηκαν μέσα στην φτώχεια και την ανέχεια∙ για εκείνους που ζήσανε το δράμα των πολέμων∙ για όλους αυτούς και πολλούς άλλους…
Είναι βαρύ το σήκωμα του σταυρού και ατελείωτη η ανηφόρα.
Να ήταν ο Χρίστος ο τελευταίος που εσταυρώθει;
Όχι, οι λόφοι είναι γιομάτοι σταυρούς μαρτυρίου και μεις θέλουμε να κοιτάζουμε αντίθετα, μακριά από τον πόνο.
Για ποια παράδεισο μιλάμε όταν η κόλαση είναι μέσα μας; Είπε κάποτε ένας σοφός: «δεν μπορεί να υπάρξει παράδεισος, αν έστω κι ένας είναι στην κόλαση» κι η κόλαση καλά στρώθηκε σε τούτο τον πολιτισμό των ανθρώπων.
Ελπίζουμε στην Ανάσταση, μα η ανάσταση δεν θα έρθει. Την προδώσαμε κι αυτή και δεν δικαιούμαστε ελπίδα – εκτός εάν(!)-.
Αν ήμασταν λίγο Χριστιανοί ή μόνο λίγο ανθρωπιστές, θα ντρεπόμασταν.
«Christ of Saint John of the Cross» 1951 Σαλβαδόρ Νταλί |